Πολιτική Ανάλυση

Έχει ενδιαφέρον αν και λίγο φαινεται κομματικο προσκύμενο ονόματα δεν λέμε.

Τα εκλογικά συστήματα κινούνται ανάμεσα σε δύο αρχές. Η μία είναι της αναλογικότητας, όπως ισχύει στην Ιταλία. Υπέρτατο αγαθό η πλήρη αντιστοιχία ανάμεσα στις ψήφους που λαμβάνει ένα κόμμα και στους βουλευτές που εκλέγει.
Η δεύτερη αρχή είναι της σταθερότητας. Αρχή κυρίαρχη στο βρετανικό εκλογικό σύστημα. Σε αυτή την περίπτωση το ενδιαφέρον δεν βρίσκεται στις εισροές ψήφων του πολιτικού συστήματος, αλλά στη λειτουργία του με τρόπο που να διασφαλίζει την επάρκεια σε δημόσιες δεσμευτικές αποφάσεις. Το σχετικά καλύτερο πολιτικό σύστημα είναι αυτό που ...
συνδέει και τις δύο αρχές. Αναλογικότητα ψήφων και σταθερότητα στην παραγωγή της πολιτικής. Κάτι τέτοιο υπάρχει όταν είναι παρούσα μια δημοκρατική κουλτούρα συναίνεσης και συνεργασίας ανάμεσα σε αντιδεξιές πολιτικές δυνάμεις με διαφορετικές ιδεολογικές αποχρώσεις.
Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να υπάρξει μια συμφωνία πάνω σε επείγοντα ζητήματα ανακούφισης των εργαζομένων, ανάπτυξης της χώρας, προάσπισης του εθνικού συμφέροντος.
Η στάση της αριστεράς κάνει την αυτοδυναμία αναγκαία
Ο ισχύον νόμος έχει ενισχύσει την αναλογικότητα και αυξήσει τις απαιτήσεις προκειμένου να υπάρξει σταθερότητα. Με άλλα λόγια κινείται σε ένα βαθμό σε μια κατεύθυνση που απαιτεί τη συνεργασία ανάμεσα σε δυνάμεις που κινούνται στον ίδιο πολιτικό αστερισμό. Είτε από τη κεντροδεξιά προς τα δεξιά, είτε από την κεντροαριστερά προς την αριστερά. Υπό ορισμένες συνθήκες την απαιτεί και σε ένα βαθμό την προτρέπει.Όμως, οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις, ιδιαίτερα τα μικρότερα κόμματα δεν κινούνται σε μια τέτοια κατεύθυνση συνεργασίας.Ιδιαίτερα η ελληνική αριστερά (Συνασπισμός και ΚΚΕ) θεωρεί τη συνεργασία με ένα σοσιαλδημοκρατικό – σοσιαλρεφορμιστικό κόμμα όπως είναι το ΠΑΣΟΚ ως έγκλημα. Και αυτό σε αντίθεση με τη συνεργασία που πραγματοποίησε με την Δεξιά το 1989 σε συνθήκες που οι ανάγκες της χώρας για συνεργασία της αριστεράς με άλλα κόμματα ήταν πολλαπλά υποδεέστερες των σημερινών αναγκών, να μην πω άχρηστες. Σε κάθε περίπτωση, επειδή η αριστερά υπέφερε από το αστικό κράτος δείχνει έναν φόβο να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες στα πλαίσιά της αστικής δημοκρατίας. Δείχνει ως να ανησυχεί ότι θα βρωμήσει αν ανακατευτεί με τα πίτουρα της διακυβέρνησης και ότι θα την φάνε οι κότες. Με αυτό τον τρόπο η αριστερά στηρίζει στην πράξη αυτό που καταγγέλλει στα λόγια, τον δικομματισμό. Δεν προσφέρει καμία εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Ζει με τον απόηχο του 1989. Το ένα της τμήμα, ο ΣΥΝ, πιστεύει (κάνοντας ουσιαστικό λάθος), ότι οι εκλογές γίνονται για να αναδειχτεί αντιπολίτευση. Το άλλο της, για να «συσσωρεύσει δυνάμεις για την μεγάλη αντεπίθεση». Με άλλα λόγια, η αριστερά δεν θέλει να κυβερνήσει και κατά συνέπεια ωθεί τον κοινό νου του καθημερινού πολίτη να ψηφήσει ανάμεσα σε εκείνα τα κόμματα που εν δυνάμει μπορούν και σίγουρα θέλουν να κυβερνήσουν. Μάλιστα, η αριστερά κάνει το λάθος να θεωρεί ότι αφού τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ θέλουν να κυβερνήσουν, ως την απόδειξη ότι διαθέτουν το ίδιο κυβερνητικό πρόγραμμα. Όμως, η θέληση ενός κόμματος να κυβερνήσει δεν αποδεικνύει από μόνη της κάποια σύμπτωση απόψεων με ένα άλλο κόμμα που ήδη κυβερνά.Στη βάση της άνω λογικής, το μεν ΚΚΕ πιστεύει ότι πρέπει να σπρώξει τη χώρα σε αδύνατες κυβερνήσεις, αν είναι δυνατό σε ακυβερνησία. Από την ακυβερνησία, όμως, όταν δεν υπάρχει «επαναστατική κατάσταση», ο μόνος κερδισμένος θα είναι οι δυνάμεις της διαπλοκής. Αυτές που έσπρωξαν τον Καραμανλή να κάνει τώρα τις εκλογές προκειμένου να ελεγχθεί η ΝΔ από ανθρώπους κλειδιά για αυτές,, αλλά και να είναι ο Γ.Παπανδρέου όσο το δυνατό πιο αδύνατος. Το γεγονός αυτό διαφεύγει, από ασχετοσύνη ή σκόπιμα δεν ενδιαφέρει εδώ, της ηγεσίας του ΚΚΕ. Διότι όσο ισχυρότερα είναι τα οικονομικά συμφέροντα σε βάρος της πολιτικής, ακόμα και της μη επαναστατικής, τόσο πιο αδιαμεσολάβητα και άμεσα μπορούν να σπρώξουν τα συμφέροντά τους. Αυτό ακριβώς έγινε και το 1989.
Από την πλευρά του ο ΣΥΡιΖΑ και ο Συνασπισμός θεωρούν ότι βρίσκονται σε καλό δρόμο όταν αντιτίθονται σε κάθε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ. Επικαλούνται δε τις επιτυχίες του «κόμματος της Αριστεράς» (Die Linke) στη Γερμανία. Μόνο που αφαιρούν την ουσία της πολιτικής που ακολουθεί αυτό το κόμμα. Το κόμμα των Γκύζι και Λαφονταίιν παρουσίασε μεγάλα κέρδη για δύο λόγους που αλληλοσυνδέονται. Αφενός διότι η SPD συμμετέχει στη συγκυβέρνηση με τη δεξιά, και κατά συνέπεια τιμωρείται από τα λαϊκά στρώματα για κάθε λανθασμένο και κακό συμβιβασμό (διότι υπάρχουν καλοί και γόνιμοι συμβιβασμοί). Αφετέρου, διότι οι ψηφοφόροι διακρίνουν μια εναλλακτική κυβερνητική δυνατότητα, αυτή της συγκυβέρνησης των μη δεξιών κομμάτων.
Εξάλλου υπάρχουν ήδη τρεις κυβερνήσεις συγκυβέρνησης σε κρατίδιο της Γερμανίας. Στη Γερμανία, σε πλήρη αντιστροφή προς την ελληνική παραδοσιακή αριστερά, το κόμμα της Linke όχι μόνο δεν φοβάται να συμμετάσχει σε κυβέρνηση, αλλά κάνει σταθερή κριτική στην SPD που αποφεύγει αυτή τη συγκυβέρνηση μαζί του σε παγγερμανικό επίπεδο. Το κέρδη του, δηλαδή, οφείλονται στην ακριβώς αντίστροφη πολιτική, στάση και νοοτροπία εκείνης του Συνασπισμού και του ΚΚΕ. Με βάση την θέση ότι η χώρα σε περίοδο κρίσης έχει ανάγκη ισχυρής κυβέρνησης που να μπορεί να αντιστέκεται στις πολιτικές μονόπλευρης λιτότητας είναι φανερό ότι χρειάζονται ισχυρές προοδευτικές κυβερνήσεις. Και εφόσον η παραδοσιακή αριστερά τις αρνείται ως ο διάβολος το λιβάνι, είναι φυσικό ο κατά τον Γκράμσι κοινός νους να στραφεί όχι απλά στο ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να υπάρξει μια διαφορετική κυβέρνηση (και όχι αντιπολίτευση) προς την ΝΔ, αλλά να επιδιώξει να δώσει σταθερότητα σε αυτή την κυβέρνηση. Και υπό αυτές τις συνθήκες η σταθερότητα προκειμένου να συνδυαστεί με μια σε ένα βαθμό αναλογικότητα σημαίνει ότι ο Κοινός Νους θα δώσει στο ΠΑΣΟΚ αυτοδυναμία.
Αυτή θα είναι προϊόν της άρνησης της αριστεράς να συνεργαστεί. Η αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ δεν σημαίνει λευκό χαρτί για να κάνει ότι θέλει, ούτε, πολύ λιγότερο, απαλλαγή του από την υποχρέωση να οργανώσει τις ευρύτερες δυνατές συνεργασίες και μέτωπο σε φιλολαϊκή κατεύθυνση. Αν αυτό δεν γίνει οι μέρες του θα είναι μετρημένες.
Τα εθνικά συμφέροντα απαιτούν σταθερή κυβέρνηση από την πρώτη Κυριακή
Η ανάλυση των προκλήσεων της Άγκυρας τις τελευταίες δεκαετίες οδηγεί σε ένα και μόνο συμπέρασμα: οπότε η Ελλάδα περνά περίοδο αδυναμίας, πολιτικού κενού ή και πολιτικής κρίσης, τότε η Τουρκία επιδιώκει να καταλάβει θέσεις και δικαιώματα σε βάρος της Ελλάδας. Έτσι έκανε με την Κύπρο.
Το ίδιο έγινε και με την πρόκληση στα Ίμια που έγινε σε μια φάση μεταβατικότητας για τις κυβερνήσεις της χώρας. Είναι φανερό, ότι η παρατεταμένη περίοδο πολιτικής κρίσης στην Ελλάδα σε συνδυασμό με την οικονομική κάμψη δημιουργεί σκηνικό «κατάλληλο» για τουρκικές προκλήσεις. Προκλήσεις που ορισμένες απ’ αυτές έχουν καταγραφεί τους τελευταίους μήνες και δυστυχώς, μάλιστα, έχουν μείνει αναπάντητες.
Η αδυναμία που παρουσιάζει η χώρα, η πολύπλευρη κρίση και η αποδιοργάνωσή της, δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για την Τουρκία να προωθήσει στοιχεία από την γενικότερη στρατηγική της, να διχοτομήσει το Αιγαίο. Σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν αποκτήσει κυβέρνηση με τις επόμενες εκλογές, αλλά χρειαστούν αλλεπάλληλες εκλογικές διαδικασίες χωρίς να υπάρχει πολιτική υπεύθυνη κυβέρνηση, τότε μπορεί να δημιουργηθούν νέα ρήγματα στα εθνικά συμφέροντα.Τα τυχόν σχέδια της Τουρκίας θα διευκολυνθούν εφόσον δεν εκλεγεί στις επόμενες εκλογές αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Σε αυτή την περίπτωση θα υπάρξει στην Ελλάδα μεγάλο πολιτικό κενό το οποίο σχετικά εύκολα θα μπορέσει να αξιοποιήσει η τουρκική επιθετικότητα. Η Ελλάδα, κατά συνέπεια, δεν πρέπει να δείξει αδύνατη και λαβωμένη. Δεν πρέπει να συνεχίσει η σημερινή της εικόνα προς το χειρότερο. Πρέπει αυτή η εικόνα, αλλά και η ίδια η πραγματικότητα να ανατραπεί. Να υπάρξει άλλη κυβέρνηση, η οποία με επάρκεια δυνάμεων θα αντισταθεί σε πιέσεις και θα ανατρέψει προς το θετικό καταστάσεις.Δεν είμαι οπαδός της αυτοδυναμίας για την αυτοδυναμία. Ούτε εγγυώμαι ότι κάθε στοιχειό αυτής της αυτοδυναμίας θα «διασφαλίζει» τις δικές μου αντιλήψεις για την πολιτική. Αλλά σίγουρα η Ελλάδα χρειάζεται μια αλλαγή της πολιτικής της. Αλλαγή που θα επέλθει χωρίς κενά λόγω εκλογικών περιπετειών. Δηλαδή, με αυτοδυναμία στη βουλή, και συνεργασίες – συμπράξεις στην συνολική πολιτική σκηνή.
ΣΕΝΑΡΙΑ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑΣ
Ο Καρατζαφέρης, που είναι «συγκάτοικος με τη ΝΔ», δηλώνει, σε εκπομπή καναλιού της διαπλοκής, ότι «οι Αμερικανοί θέλουν Παπανδρέου και Καραμανλή να συγκυβερνήσουν». Οι δε του καναλιού που τα αφεντικά του επιδιώκουν μια τέτοια συγκυβέρνηση, δηλώνουν «έκπληκτοι» από την «πρωτοτυπία» και «την ορθότητα της πολιτικής σκέψης» του πρώτου. Η υποκρισία ως συγκάτοικος των σεναρίων πλασαρισμένα από εκείνους που τα στήνουν.
* Ο Νίκος Κοτζιάς είναι πρόεδρος του ΙΣΤΑΜΕ Ανδρέας Παπανδρέου

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου